Το 1936 το Κυπριακό Μουσείο απέκτησε, από κάτοικο της Λύσης, μία ανάγλυφη επιτύμβια πλάκα από ασβεστόλιθο, ύψους 78 εκ. και πλάτους 57 εκ. Είχε βρεθεί στην περιοχή «Άγιος Γεώργιος», περίπου ένα μίλι βόρεια της Λύσης, όπου υπήρχαν ενδείξεις για αρχαίο κοιμητήριο.

Στο σημαντικό αυτό αρχαιολογικό εύρημα παρουσιαζόταν πολεμιστής με φθαρμένο πρόσωπο,  ο οποίος φορούσε Αθηναϊκό κράνος και μεταλλική πανοπλία, στο αριστερό χέρι κρατούσε στρογγυλή ασπίδα και στο δεξί λόγχη. Ζώνη που ξεκινούσε από τον δεξί ώμο κατέληγε αριστερά στη μέση του όπου κρεμόταν μικρό ξίφος. Στην πάνω δεξιά άκρη της πλάκας κολοβή επιγραφή κατέγραφε το όνομά του : ΔΙΟΝΥΣΙΟ[Σ] ΚΑΡΔΙΑΝΟ[Σ].

Ο χωρικός που την είχε βρει παραδέχθηκε ότι οι ανεπανόρθωτες φθορές στο πρόσωπο του πολεμιστή είχαν γίνει όταν ο ίδιος, με μεταλλικά εργαλεία, προσπαθούσε να μετακινήσει την πλάκα.

Όπως μας πληροφορεί ο Πορφύριος Δίκαιος (1904-1971), έφορος αρχαιοτήτων τότε, και αργότερα διευθυντής του Τμήματος Αρχαιοτήτων (1960-1963), σε σχετικό σημείωμα :

«Αυτό το ανάγλυφο είναι ένα σπάνιο δείγμα γλυπτικής με εμφανή παρουσία της Αθηναϊκής επίδρασης στην Κύπρο. Η Ιωνική επανάσταση αποτελεί σημαντικό σταθμό στην ιστορία της κυπριακής γλυπτικής. Έως τότε η Κύπρος δεχόταν σημαντικές επιδράσεις από την Ιωνική τέχνη, όμως από το 500 π.Χ., χρονιά της Ιωνικής επανάστασης, αλλά και κατά τις ταραχές που ακολούθησαν, αυτές οι επίδρασεις και επαφές διακόπηκαν και για κάποιο διάστημα η κυπριακή γλυπτική αναπτύχθηκε ανεξάρτητη από καινούριες εμπνεύσεις που προέρχονταν από τα δυτικά. Όμως ύστερα από το 480 π.Χ. η νέα επίδραση φαίνεται ότι προερχόταν από την Αθήνα και από το 466 π.Χ., ημερομηνία νίκης στον [ποταμό] Ευρυμέδοντα, η Κύπρος αναπόφευκτα βρέθηκε σε στενότερη επαφή με τον Αθηναϊκό πολιτισμό και εκείνο τον καιρό μεγάλο μέρος του Νησιού βρισκόταν κάτω από την κυριαρχία των Αθηναϊκών δυνάμεων. Γι’ αυτό και το ανάγλυφο μπορεί να θεωρηθεί ότι ανήκει σε εκείνη την ταραγμένη περίοδο και αποτελεί σπάνιο δείγμα άμεσης επίδρασης από την Αθήνα».